Μαίρη Μοντ: Mια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60

Δημοσιεύση: 7 Οκτωβρίου, 2022

Σύζυγος του μαέστρου και συνθέτη Αλέκου Σπάθη, η Μαίρη Μοντ (αληθινό όνομα Μαρία Μουστάκα) πέρασε από τα καλύτερα μαγαζιά της εποχής, εμφανίστηκε στον κινηματογράφο και άφησε τη σφραγίδα της στο χώρο του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού.

πάρχει μια προκατάληψη για το ελληνικό ελαφρό τραγούδι των δεκαετιών του ’50 και του ’60. Για αρκετούς θεωρείται δευτερεύον, ενώ και οι δημιουργοί του, οι συνθέτες, οι στιχουργοί και οι τραγουδιστές του, δεν θεωρούνται εφάμιλλης αξίας με τα ανάλογα πρόσωπα του «κλασικού λαϊκού». 

Επικρατεί η αντίληψη πως το ελαφρό τραγούδι δεν ήταν λαϊκό, πως δεν εξέφραζε τις χαρές, τις αγωνίες ή και τα δράματα του λαού (την φτώχεια, την ανέχεια, το κυνήγι των μισών Ελλήνων από τους άλλους μισούς, τα κοινωνικά προβλήματα, την μετανάστευση) και πως σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να βρίσκεται στο ίδιο πλατύσκαλο με το «κλασικό λαϊκό», αλλά κάπου πιο κάτω. 

Αλήθειες υπάρχουν παντού. Όπως υπάρχουν και ελαφρά τραγούδια με κοινωνικό περιεχόμενο ή με στίχους του Γιάννη Ρίτσου. Και φυσικά υπάρχουν και λαϊκά φαιδρά και αδιάφορα, όπως υπάρχουν και μεγαλειώδη. 

Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η «επανάσταση» στο ελληνικό τραγούδι, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, δεν έγινε από τους λαϊκούς συνθέτες, αλλά από τους «έντεχνους», τους «δυτικούς», τους «ελαφρούς», γιατί τέτοιοι ήταν και ο Μίκης Θεοδωράκης και ο Μάνος Χατζιδάκις. 

Η mezzo φωνή της είναι εκπληκτική, δυνατή, με δικό της χρώμα και βάρος, άνετη και αβίαστη, ικανή να ανταποκριθεί σε πολλών ειδών τραγούδια –ακόμη και σε λαϊκά– προσφέροντας, έτσι, μοναδικές ερμηνείες.

Αναγνώριζαν, βεβαίως, αμφότεροι, την αξία του ρεμπέτικου και του λαϊκού τραγουδιού, έχοντας επηρεαστεί σφόδρα και από τα δύο, αλλά προχώρησαν παραπέρα, μπολιάζοντας το λαϊκό τραγούδι, με «έντεχνα» στοιχεία, «ελαφρά» και άλλα, δημιουργώντας το νέο πλαίσιο. 

Την ίδια γραμμή είχαν ακολουθήσει, φυσικά, και άλλοι «έντεχνοι» συνθέτες, σημαντικοί και σπουδαίοι, όπως ο Μίμης Πλέσσας εξόχως, ο Νίκος Μαμαγκάκης ή και ο Σταύρος Κουγιουμτζής, μα ακόμη και οι Γεράσιμος Λαβράνος και Κώστας Κλάββας, ενώ όλους αυτούς θα έρχονταν να συνοδεύσουν οι παλαιότεροι συνάδελφοί τους όπως οι Γιάννης Σπάρτακος, Κώστας Γιαννίδης, Τάκης Μωράκης, Αλέκος Σπάθης, Λυκούργος Μαρκέας, Κώστας Καπνίσης, Σπήλιος Μεντής κ.ά., για να μην αναφέρουμε ακόμη και τον Γιώργο Μουζάκη. 

Δίπλα, δηλαδή, στους Βασίλη Τσιτσάνη, Γιάννη Παπαϊωάννου, Γιώργο Μητσάκη, Απόστολο Καλδάρα, Μπάμπη Μπακάλη, Θόδωρο Δερβενιώτη και όλους τους υπόλοιπους βάρδους του «κλασικού λαϊκού» πορεύονταν και οι «ελαφροί», στο δικό τους μονοπάτι. Μάλιστα, ορισμένες φορές, αυτά τα μονοπάτια τέμνονταν. 

Κομβικό σημείο για την τόνωση, για την ενδυνάμωση της αξίας του «ελαφρού» υπήρξαν τα τρία Φεστιβάλ Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ., τις χρονιές 1959, 1960 και 1961, καθώς σε αυτά συμμετείχαν οι πάντες – όλοι οι προαναφερόμενοι του «ελαφρού» και βεβαίως οι Χατζιδάκις-Θεοδωράκης. 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 Θεσσαλονίκη, καλοκαίρι 1942, η Ορχήστρα Ελαφράς Μουσικής (Τζαζ) του ραδιοφωνικού σταθμού Θεσσαλονίκης, υπό την διεύθυνση του Αλέκου Σπάθη (πηγή: Τάμαριξ, τεύχος #4, Απρίλιος 1997).

Σ’ εκείνο το φεστιβάλ, στην πρώτη διοργάνωση του 1959, όταν είχαν βραβευθεί τα τραγούδια των Μάνου Χατζιδάκι «Κάπου υπάρχει αγάπη μου» με την Νάνα Μούσχουρη (πρώτο βραβείο) και Μίμη Πλέσσα-Κώστα Πρετεντέρη «Ξέρω κάποιο αστέρι» με τους Νάνα Μούσχουρη-Τρίο Καντσόνε (δεύτερο βραβείο), είχε ακουστεί και το τραγούδι των Αλέκου Σπάθη-Γιώργου Οικονομίδη «Φύγε» με την Μαίρη Μοντ και το Τρίο Καντσόνε. 

Η Μαίρη Μοντ και ο Αλέκος Σπάθης, ή ο Αλέκος Σπάθης και η Μαίρη Μοντ αν θέλετε, υπήρξαν ζευγάρι τόσο στην Τέχνη, όσο και στην ζωή. 

Η ιστορία του Αλέκου Σπάθη (1914-1970) είναι μεγάλη και καλλιτεχνικά μπορούμε να πούμε πως ορίζεται στην Θεσσαλονίκη, στα χρόνια του Πολέμου και της γερμανικής κατοχής – αν και ο Α. Σπάθης είχε ξεκινήσει την διαδρομή του προπολεμικά (μαζί με τα αδέλφια του, που ήταν επίσης μουσικοί), συνθέτοντας για το λυρικό θέατρο (οπερέττα). 

Όπως μαθαίνουμε από το περιοδικό «Τάμαριξ» (τεύχος #4, Απρίλιος 1997) οι Γερμανοί, στην Θεσσαλονίκη, έχοντας καταλάβει τον κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό, ιδρύουν δύο ορχήστρες, μία Συμφωνική και μία Ελαφράς Μουσικής, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Αλέκος Σπάθης. 

Μέσα από εκείνη την ορχήστρα, που αποτελείτο από πνευστά (σαξόφωνα, τρομπέτα), έγχορδα (βιολιά), πιάνο κ.λπ. και που έπαιζε και τζαζ φυσικά, θα προέκυπτε ένα πιο μικρό σχήμα, με τα αδέλφια Σπάθη, τον Αλέκο (πιάνο), τον Μενέλαο (βιολί) και τον Αντώνη (ντραμς), να πρωταγωνιστούν και στα κέντρα της εποχής (Παράδεισος, Ακαπούλκο). Όπως έλεγε ένας από τους μουσικούς εκείνου του σχήματος, ο ακορντεονίστας-πιανίστας Κώστας Καρανίκας (πάντα από το «Τάμαριξ»):

«Ο πολύς κόσμος πεινούσε (τότε). Δεν έπαυαν όμως να υπάρχουν και οι πλούσιοι, οι καπνέμποροι, οι μαυραγορίτες, που δεν είχαν πρόβλημα. Παίζαμε από τις εννέα το βράδυ, μέχρι τις δώδεκα που σταματούσε η κυκλοφορία. Μετά την Κατοχή με την Ορχήστρα του Σπάθη παίξαμε και στο Ντελίς. Ο καλύτερος κόσμος ερχόταν για να μας ακούσει. Όπου γίνονταν οι μεγάλοι χοροί, όπως το “Τριφύλλι” ή η “Η Φανέλλα του Στρατιώτου”, η ορχήστρα ήταν παρούσα». 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 Μαίρη Μοντ και Αλέκος Σπάθης, στην Θεσσαλονίκη, στα κέντρα Χαβάη και Λουξεμβούργον, τον Σεπτέμβριο του 1957 και τον Σεπτέμβριο του 1958 αντιστοίχως.

Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 ξεκινά την διαδρομή της στο τραγούδι και η Μαίρη Μοντ (αληθινό όνομα Μαρία Μουστάκα). Σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που είχε δώσει στην ζωή της, στο περιοδικό «ΡΑΔΙΟτηλεόρασις» (τεύχος #212/1240, 3-9 Μαρτίου 1974), η θαυμάσια αυτή τραγουδίστρια είχε πει:

«Ξεκίνησα να τραγουδώ το 1949. Πρωτοεμφανίστηκα στην Θεσσαλονίκη, με τον αείμνηστο σύζυγό μου Αλέκο Σπάθη και μάλιστα με το δικό του τραγούδι “Θα σε περιμένω”, καθώς και με το “Απόψε μου λείπεις” του Χρήστου Χαιρόπουλου. Αυτά ήταν τα δύο μεγάλα σουξέ της εποχής εκείνης». 

Το πότε απέκτησε το ψευδώνυμο Μαίρη Μοντ η Μαρία Μουστάκα δεν είναι απολύτως γνωστό. Πιθανώς αυτό να συνέβη από την αρχή, με την εμφάνισή της στο πάλκο. Πάντως, το 1953, όταν τραγουδούσε στον ραδιοφωνικό Σταθμό Θεσσαλονίκης λεγόταν σίγουρα Μαίρη Μοντ. 

Βάσει των βιογραφικών στοιχείων της καλλιτέχνιδας, που κυκλοφορούν ευρέως στο διαδίκτυο η Ρένα Βλαχοπούλου ήταν εκείνη που θα παντρέψει την Μαίρη Μοντ με τον Αλέκο Σπάθη το 1955, με το ζευγάρι να έχει για βάση του πλέον την Αθήνα. 

Τον Νοέμβριο του 1956 Μαίρη Μοντ και Αλέκος Σπάθης εμφανίζονται στο Θέατρον Ακροπόλ, με Γιώργο Οικονομίδη, Ρένα Βλαχοπούλου, Λίντα Άλμα-Γιάννη Φλερύ και Νινή Ζαχά, ενώ στο τέλος της χρονιάς θα βρίσκονταν στο κέντρο Κάστρον (του Μοστρού), στην Πλάκα, με την ίδια παρέα (Οικονομίδης, Βλαχοπούλου, Άλμα-Φλερύ), για να μετακομίσουν το καλοκαίρι του ’57 στο Τροκαντερό του Παλαιού Φαλήρου (πάντα με Γιώργο Οικονομίδη, μα και με Σώτο Παναγόπουλο, Μάριον Σίβα και Τρίο Καντσόνε). 

Τον Σεπτέμβριο του 1957 Μαίρη Μοντ και Αλέκος Σπάθης επισκέπτονται την Θεσσαλονίκη, για εμφανίσεις στην Χαβάη, με Γιώργο Οικονομίδη, Ρένα Βλαχοπούλου, Λίντα Άλμα-Γιάννη Φλερύ, Μάριον Σίβα κ.ά., ενώ και την επόμενη χρονιά (1958) θα ξαναπάνε στην Θεσσαλονίκη, στο Λουξεμβούργον αυτή την φορά, πάλι με τους ίδιους συνεργάτες, και επιπλέον με την Μάγια Μελάγια. 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 Η Μαίρη Μοντ στο κέντρο Αρζεντίνα, στο Καλαμάκι, μαζί με τους Μανώλη Χιώτη-Μαίρη Λίντα, τον Ιούνιο του 1959.

Στο τέλος του 1958 Μοντ και Σπάθης είναι και πάλι στο Κάστρον (μαζί τους και ο Χάρρυ Κλυνν!), ενώ το καλοκαίρι του 1959 η Μαίρη Μοντ θα κάνει το πολύ μεγάλο άλμα, πρωταγωνιστώντας σ’ ένα από τα καλύτερα μαγαζιά της εποχής, στην Αρζεντίνα στο Καλαμάκι, μαζί με τον Μανώλη Χιώτη και την Μαίρη Λίντα, μα και με τον νεο-εμφανιζόμενο τότε Τέρη Χρυσό. 

Λίγους μήνες αργότερα, τον Οκτώβριο του 1959, θα οργανωνόταν το Α Φεστιβάλ Τραγουδιού του Ε.Ι.Ρ., με την Μαίρη Μοντ να συμμετέχει στον διαγωνισμό με το τραγούδι των Α. Σπάθη-Γ. Οικονομίδη «Φύγε», όπως προείπαμε, που ήταν ένα από τα ωραιότερα του τελικού – ασχέτως βραβεύσεων. 

Και ήταν τότε (Οκτώβριος ’59), όταν εμφανίζεται στο Τζάκι, της οδού Μουρούζη, πάντα μαζί με τον Αλέκο Σπάθη, μα και με την Νάνα Μούσχουρη (το κέντρο θα γινόταν το στέκι της), την Ανθή Μπριλλάντη κ.ά. 

Η φήμη της Μαίρης Μοντ συνεχίζει, λοιπόν, να εξαπλώνεται – και κάπως έτσι, το επόμενο καλοκαίρι (1960), η σπουδαία αυτή ερμηνεύτρια θα βρεθεί ξανά δίπλα στους Μανώλη Χιώτη-Μαίρη Λίντα, στο θρυλικό κέντρο Σπηλιά Παρασκευά, στην Καστέλλα. 

Τον Οκτώβριο του ’60 η Μαίρη Μοντ τραγουδά στο Oui-Oui, στο Κουκάκι, με το κουαρτέτο του Αλέκου Σπάθη, την Γιοβάννα κ.ά., ενώ γράφει συνεχώς τραγούδια για την ραδιοφωνία, μα και για την δισκογραφία. Συνθέσεις κυρίως του Αλέκου Σπάθη, μα και άλλων τραγουδοποιών. 

Στα τέλη Μαΐου 1962 ανεβαίνει στο Περοκέ το έργο του Γιώργου Γιαννακόπουλου «Είσοδος Υπηρεσίας». Το έργο θυμίζει το πιο γνωστό «Στουρνάρα 288» των Μίμη Τραϊφόρου-Δ. Βασιλειάδη, καθώς και εδώ πρωταγωνιστούν οι άνθρωποι μιας πολυκατοικίας, που μπαινοβγαίνουν όμως σ’ αυτήν, για τους δικούς τους λόγους, από την είσοδο υπηρεσίας. 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 H Μαίρη Μοντ και o Αλέκος Σπάθης στο κέντρο Τζάκι (Αθήνα), τον Οκτώβριο του 1959.

Η σκηνοθεσία ήταν του Μήτσου Λυγίζου, πρωταγωνιστούσαν οι Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, Κώστας Μπάκας, Μάρθα Βούρτση, Νανά Σκιάδα, Αλέκα και Στέλλα Στρατηγού, Νίκος Ξανθόπουλος, Χριστόφορος Ζήκας, χόρευαν οι Λίντα Άλμα-Γιάννης Φλερύ, μουσική είχε γράψει ο Αλέκος Σπάθης, ενώ τραγουδούσε η Τζένη Βάνου. Δυνατή σύναξη! 

Και ήταν τότε, όταν θα συνέβαινε το εξής αναπάντεχο και θλιβερό γεγονός. Λίγες μέρες μετά την πρεμιέρα ο Αλέκος Σπάθης θα υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο (στην αρχή οι εφημερίδες είχαν γράψει για καρδιακό), από το οποίο δεν θα συνέλθει εντελώς ποτέ, μέχρι τον πρόωρο θάνατό του, στα 56 του, το 1970. 

Με το ένα χέρι του ανήμπορο να παίξει πιάνο, ο Α. Σπάθης θα συνεχίσει να συνθέτει και να δίνει τραγούδια του σε διάφορους ερμηνευτές, αλλά ουσιαστικά θα ήταν πλέον εκτός δουλειάς. 

Το χτύπημα ήταν μεγάλο και για την Μαίρη Μοντ φυσικά, η πορεία της οποίας, στα καλλιτεχνικά, μπαίνει πια σ’ ένα άλλο πλαίσιο – καθώς θα πρέπει να δουλέψει, μόνη εκείνη, για την οικογένειά της. Σ’ αυτή την δύσκολη συγκυρία θα σταθούν αρκετοί δίπλα στο ζευγάρι Αλέκος Σπάθης-Μαίρη Μοντ, που ήταν πολύ αγαπητό, και πρώτη απ’ όλους η Ρένα Βλαχοπούλου. Όπως διαβάζουμε στο vlahopoulou.blogspot: 

«Ωστόσο, όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος γνώριζε τι είχε κάνει η Ρένα: παραχώρησε δωρεάν το διαμέρισμά της στην οικογένεια Σπάθη για αρκετά χρόνια. Η Μαίρη Μοντ ανέφερε ακόμα πόσο τη στήριξαν ο άλλος κουμπάρος της, ο Γιώργος Οικονομίδης, και άλλοι φίλοι του ζευγαριού, όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Δημήτρης Χορν (εκείνο το καλοκαίρι συνεργάζονταν και οι δυο με τη Ρένα στην Οδό Ονείρων), ο Μανώλης Χιώτης, η Μαίρη Λίντα, η Μάριον Σίβα και το Τρίο Κιτάρα που οργάνωσε κάποιες παραστάσεις στην Αμερική και πρόσφερε τα έσοδά τους στον Σπάθη. “Το καλό στο μεγάλο κακό που μας βρήκε είναι ότι είχαμε πολλούς φίλους”, θυμόταν η Μαίρη Μοντ». 

Η Μαίρη Μοντ δεν θα σταματήσει να εργάζεται, αλλά οπωσδήποτε οι εμφανίσεις της θα αραιώσουν. Τον Αύγουστο του ’62 δίνει το παρόν στην επιθεώρηση «Νέο Κύμα», που ανεβάζει ο Γιώργος Οικονομίδης στο Θέατρο Διάνα, στην Θεσσαλονίκη, ενώ λίγες μέρες αργότερα αποδίδει στο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού (12-14 Σεπτεμβρίου) το τραγούδι του Αλέκου Σπάθη «Τα προικιά». 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 Η Μαίρη Μοντ και ο Αλέκος Σπάθης στο περιοδικό «Το Μοντέρνο Τραγούδι» του Κώστα Μάνεση.

Οι παρουσίες της θα συνεχίζονταν στα αθηναϊκά κέντρα και κάπως έτσι τον Οκτώβριο του 1962 η Μαίρη Μοντ θα συμμετείχε σ’ ένα διεθνές πρόγραμμα στην Arizona στο Σύνταγμα, ενώ τον επόμενο μήνα θα βρισκόταν στο Πεπίτο (της Σούλης Σαμπάχ), στην Πλατεία Αμερικής με τον σημαίνοντα τραγουδιστή Κώστα Μανιατάκη. 

Περίπου τότε ήταν που θα ξεκινούσε και μια ακόμη πιο στενή συνεργασία της με τον μαέστρο και συνθέτη Χρήστο Χαιρόπουλο, όπως θα ξεκινούσαν και οι εμφανίσεις της με την Φραντζέσκα Ικαωβίδου στο Αθηναϊκό Σαλόνι. 

Η δισκογραφία θα είναι παρούσα σε κάποιες απ’ αυτές τις περιπτώσεις, αλλά όχι σε όλες. Γενικώς η δισκογραφία της Μαίρης Μοντ δεν είναι μεγάλη, αλλά αυτό δεν δικαιολογεί με τίποτα το να μην υπάρχει ούτε ένα LP ή CD με τραγούδια της. Μόνο σε ευρύτερες συλλογές, με ελαφρά του ’60, μπορείς να την ακούσεις, πότε εδώ και πότε εκεί… οπότε τι μένει; 

Βασικά το YouTube, με διάφορους συλλέκτες και fans να ανεβάζουν γνωστά και άγνωστα τραγούδια της, από δίσκους 45 στροφών, πολλές φορές τα ίδια, και με κάποιους άλλους να μεταφέρουν και ανέκδοτο υλικό της από τις ουκ ολίγες ραδιοφωνικές ηχογραφήσεις της. Από το ραδιόφωνο προέρχεται εξάλλου και η ερμηνεία της στο «Ποιος το ξέρει» (στίχοι Κώστας Πρετεντέρης), με την μουσική του Αλέκου Σπάθη (και όχι του Μίμη Πλέσσα). 

Η Μαίρη Μοντ θα τραγουδήσει σε δίσκους της Fidelity, της His Master’s Voice, της Philips και της Athénée (ίσως και σε κάποια άλλη ετικέτα) όχι μόνον τραγούδια του Αλέκου Σπάθη, μα ακόμη του Χρήστου Χαιρόπουλου ή και του Γεράσιμου Λαβράνου, ενώ συχνά την συνόδευαν φωνητικά τρίο, όπως το Τρίο Καντσόνε, το Τρίο Μπελ-Κάντο και το Τρίο Μπριλλάντε. 

Η mezzo φωνή της είναι εκπληκτική, δυνατή, με δικό της χρώμα και βάρος, άνετη και αβίαστη, ικανή να ανταποκριθεί σε πολλών ειδών τραγούδια –ακόμη και σε λαϊκά– προσφέροντας, έτσι, μοναδικές ερμηνείες. Να, όπως εδώ στο μπολέρο «Στα μάτια σου», του Αλέκου Σπάθη, σε στίχους Γιώργου Οικονομίδη: 

Μία από τις τελευταίες σημαντικές εμφανίσεις τής Μαίρη Μοντ, σε κέντρα, θα είναι την άνοιξη του 1965, στην Παληά Αθήνα με την ορχήστρα του Γιώργο Κατσαρού, την Μπελίντα, τον Φώτη Δήμα και τις Αδελφές Μπρόγιερ. Από ’κει και πέρα αρχίζει να χάνεται σιγά-σιγά, μέχρι να την ξανασυναντήσουμε, ως ηθοποιό πια,  σε ταινίες, μετά τον θάνατο του συζύγου της Αλέκου Σπάθη, στις 10 Ιανουαρίου 1970. 

Φαίνεται πως η Ρένα Βλαχοπούλου είχε βάλει, για ακόμη μία φορά, το χέρι της, βοηθώντας την κουμπάρα της, και προτείνοντάς την για κάποιους μικρούς ρόλους στις ταινίες στις οποίες εκείνη πρωταγωνιστούσε, δηλαδή τις «Η Θεία μου η Χίπισσα» (1970) του Αλέκου Σακελλάριου, «Μια Ελληνίδα στο Χαρέμι» (1971) του Γιάννη Δαλιανίδη και «Ζητείται Επειγόντως Γαμπρός» (1971) του Αλέκου Σακελλάριου, με την Μαίρη Μοντ να περνάει και από την ταινία «Οι Αμαρτωλοί» (1971) επίσης του Γιάννη Δαλιανίδη. 

Μαίρη Μοντ: μια σπουδαία ερμηνεύτρια του ελαφρού τραγουδιού, που διέπρεψε στις δεκαετίες του ’50 και του ’60
 Ρένα Βλαχοπούλου, Μαίρη Μοντ και Γιώργος Γαβριηλίδης από την ταινία «Μια Ελληνίδα στο Χαρέμι» (1971) του Γιάννη Δαλιανίδη.

Και όπως είχε πει και η ίδια, σ’ εκείνη την παλαιά συνέντευξή της στο περιοδικό «ΡΑΔΙΟτηλεόρασις» (Μάρτιος, ’74): 

«Το ελαφρό ελληνικό τραγούδι, με λύπη σας λέω, ότι σβήνει σιγά-σιγά. Το σημερινό ελαφρολαϊκό έχει μεγάλη πέραση, είναι το τραγούδι για τον πολύ κόσμο, μ’ αυτό χαίρεται και διασκεδάζει. Το γνήσιο λαϊκό τραγούδι, όμως, είναι το είδος που τραγουδιέται πάντοτε, γιατί όταν μια επιτυχία του άλφα συνθέτη τραγουδιέται για δέκα και περισσότερα χρόνια, τούτο σημαίνει ότι αρέσει. Εγώ, δυστυχώς, θα σταματήσω πολύ σύντομα το τραγούδι, γιατί νομίζω ότι ήρθε πλέον η ώρα μου να αποσυρθώ. Αρκετά χρόνια το υπηρέτησα». 

Η Μαίρη Μοντ θα φύγει από την ζωή, ξεχασμένη, όπως συνέβη και συμβαίνει, με τους περισσότερους από τους καλλιτέχνες της γενιάς της, τον Μάιο του 2010. Παρά ταύτα κάποιοι εξακολουθούν να ακούνε τα τραγούδια της στο YouTube, τα οποία (και) σχολιάζουν με τα καλύτερα λόγια. 

Η σπουδαία αυτή ερμηνεύτρια ευτύχησε να πει πολλά, πολύ καλά και καλά, τραγούδια στην διαδρομή της, αλλά είπε και ένα αριστούργημα. Ένα απ’ αυτά τα τραγούδια, που ξεφεύγουν από το ανθρώπινο, ένα από εκείνα τα τραγούδια που λες… δεν μπορεί κάποιο θεϊκό χέρι θα το έγραψε. Είναι το «Έλα» (1964), σε μουσική Γεράσιμου Λαβράνου και στίχους Ν. Λουκόπουλου (ψευδώνυμο του σημαντικού στιχουργού και ποιητή Κώστα Κινδύνη). Ευτυχώς δεν το έχουν ανακαλύψει (ακόμη) οι νεότεροι, για να το… εκτελέσουν.

πηγή:www.lifo.gr/